Γράφει ο Νίκος Δινόπουλος
Μια αναφορά σε λίγες χαρακτηριστικές στιγμές της πορείας του συνδικαλιστικού και εργατικού κινήματος στη χώρα μας, θα φωτίσει αρκετά τη θέση «ενότητα στις συνδικαλιστικές οργανώσεις με διακριτές παρατάξεις» που επικρατεί στη χώρα μας.
Ο νόμος 281 του 1914 «περί σωματείων» είναι η νομική βάση για την ίδρυση συνδικαλιστικών οργανώσεων στη χώρα μας. Από το ιδρυτικό συνέδριο της ΓΣΣΕ στην Αθήνα, στις 21 Οκτωβρίου 1918 και του ΣΕΚΕ στη συνέχεια, η ιστορία του εργατικού κινήματος στη χώρα μας είναι μια μακρά σειρά παρεμβάσεων του αστικού κράτους. Το συνέδριο έγινε στο Βασιλικό Θέατρο. Συμμετείχαν 214 συνδικάτα, με 180 αντιπροσώπους που εκπροσωπούσαν 65.000 οργανωμένους εργάτες. Είναι χαρακτηριστικό πως το ΣΕΚΕ, μετέπειτα ΚΚΕ δεν προέκυψε από τη διάσπαση του εργατικού κινήματος, από τη σοσιαλδημοκρατία στη διάρκεια του Α΄ παγκόσμιου πολέμου, αλλά έχουμε την ίδρυση του πρώτου κόμματος της ΕΤ στη χώρα μας. Από το ιδρυτικό συνέδριο της ΓΣΕΕ είναι -σχηματικά, αφαιρετικά- διακριτές τρείς τάσεις:
Η πρώτη τάση ήταν οι κομμουνιστές, κυρίως μετά το 1924 όταν το ΣΕΚΕ μετεξελίχθηκε σε ΚΚΕ. Στα χρόνια της οικονομικής κρίσης και του ιδιώνυμου το 1930 συγκρότησε την Ενωτική ΓΣΕΕ.
Η δεύτερη τάση ήταν οι σοσιαλδημοκράτες. Ως το 1924, συνυπήρχαν με τους κομμουνιστές στο ΣΕΚΕ. Αποχώρησαν όταν μετεξελίχθηκε σε ΚΚΕ, υιοθετώντας τις θέσεις της σοσιαλδημοκρατίας στην Ευρώπη για ειρηνικές μεταρρυθμίσεις του καπιταλισμού. Συνεργάστηκαν με τους «καθεστωτικούς – βενιζελικούς» ελέγχοντας τη ΓΣΕΕ το 1926-1929. Η συμμαχία τους έληξε το 1929 όταν ψηφίστηκε το ιδιώνυμο ενάντια στους κομμουνιστές, που όπως αποδείχτηκε στην πράξη στόχευε το εργατικό κίνημα. Το 1931 συγκρότησε τα Ανεξάρτητα Εργατικά Συνδικάτα.
Η τρίτη τάση ήταν οι «καθεστωτικοί – βενιζελικοί». Η αστική τάξη, το αστικό κράτος και οι «βενιζελικοί» για να αυξήσουν τα οφέλη από τη συμμετοχή στη συμμαχία των νικητών στο «Συνέδριο Ειρήνης» στις αρχές του 1919 στο Παρίσι και να εμφανίσουν την Ελλάδα σαν ένα σύγχρονο αστικό κράτος, αναμείχθηκαν από την πρώτη στιγμή στην ίδρυση της ΓΣΕΕ, ρυθμίζοντας νομοθετικά τη λειτουργία της και τον κρατικό έλεγχο, και, κυρίως, κινητοποιώντας όλους τους μηχανισμούς για να ελέγξουν το συσχετισμό δύναμης στο εσωτερικό τους ώστε η δράση τους να μην ξεφύγει από τα όρια που έβαζε το αστικό κράτος.
Τον Ιούλη του 1919, συλλαμβάνονται οι κομμουνιστές συνδικαλιστές της ΓΣΕΕ και εξορίζονται στη Φολέγανδρο. Το ΣΕΚΕ τον Ιούλη του 1919 οργανώνει με επιτυχία πανεργατική, πολιτική απεργία, για την απελευθέρωση των εξόριστων συνδικαλιστών, το σταμάτημα της τρομοκρατίας και των κυβερνητικών παρεμβάσεων στα συνδικάτα και τη ΓΣΕΕ. Το Σεπτέμβρη του 1920, γίνεται το 2ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ. Η «καθεστωτική – βενιζελική» παράταξη, παρά τις νοθείες, την εξαγορά συνδικαλιστών, δεν καταφέρνει να κερδίσει την πλειοψηφία στο συνέδριο. Τον Αύγουστο του 1923, ο Γ. Παπανδρέου, ως υπουργός Εσωτερικών, δίνει εντολή στις κατασταλτικές δυνάμεις να ανοίξουν πυρ κατά των απεργών στο Πασαλιμάνι. Με διάταγμα διαλύει τη ΓΣΕΕ, που πλειοψηφούσαν οι ταξικές δυνάμεις. Τον Ιούνη του 1925, η δικτατορία του Πάγκαλου, θέτει εκτός νόμου το ΚΚΕ, συλλαμβάνει και εξορίζει κομμουνιστές και προοδευτικούς συνδικαλιστές σε νησιά του Αιγαίου. Στο 3ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ γίνονται συλλήψεις κομμουνιστών αντιπροσώπων και εκλέγεται με νοθείες διοίκηση υποταγμένη στο δικτατορικό καθεστώς. Το Μάη του 1928, στο 4ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ ολοκληρώνεται η εκκαθάριση των κομμουνιστών με διαγραφές συνδικάτων, εργατικών κέντρων και ομοσπονδιών.
Στις δεκαετία του 1930 έχουμε τρείς τριτοβάθμιες οργανώσεις, την καθεστωτική ΓΣΕΕ, την Ενωτική ΓΣΕΕ των κομμουνιστών και τα Ανεξάρτητα Εργατικά Συνδικάτα των Σοσιαλδημοκρατών. Το «ιδιώνυμο» και αργότερα η μεταξική δικτατορία (4 Αυγούστου 1936) έχουν θέσει εκτός νόμου τη συνδικαλιστική δραστηριότητα εκτός της καθεστωτικής ΓΣΕΕ. Έτσι η επιδίωξη για νομιμοποίηση της συνδικαλιστικής δράσης περνούσε μέσα από την καθεστωτική ΓΣΕΕ. Εμφανίζεται πάλι στα χρόνια της κατοχής σαν Εργατικό Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (ΕΕΑΜ) με τη συμμετοχή όλων (Ενωτική ΓΣΕΕ, ΓΣΕΕ και τα Ανεξάρτητα Συνδικάτα). Με την απελευθέρωση αναγνωρίζεται σαν ΓΣΕΕ. Μετά τα Δεκεμβριανά το 1944, η κυβέρνηση του Πλαστήρα το Γενάρη του 1945 καθαιρεί το ΔΣ της ΓΣΕΕ και διορίζει νέα καθεστωτική διοίκηση.
Μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας (Φλεβάρης του 1945), τον Απρίλη του 1945 ιδρύεται με απόφαση του ΚΚΕ ο Εργατικός Αντιφασιστικός Συνασπισμός (ΕΡΓΑΣ), και παρά την τρομοκρατία και τις κρατικές παρεμβάσεις στο 8ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ το Μάρτη του 1946 παίρνει την πλειοψηφία και εκλέγεται γενικός γραμματέας ο Μήτσος Παπαρήγας. Θα δολοφονηθεί από την ασφάλεια το Φλεβάρη του 1949. Με τη λήξη του εμφύλιου διορίζεται νέα καθεστωτική διοίκηση στη ΓΣΕΕ. Μέχρι το 1981 οι ΣΕΟ (Συνεργαζόμενες Εργατοϋπαλληλικές Οργανώσεις) ή τα «115» συνεργαζόμενα σωματεία τη δεκαετία του 1960 και οι ΣΑΔΕΟ -(για μικρό χρονικό διάστημα)- μετά τη χούντα είναι χαρακτηριστικές στιγμές του μετεμφυλιακού ΣΚ, με κυριαρχία στη ΓΣΕΕ των καθεστωτικών δυνάμεων.
Με την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, διορίζεται στις 11 του Δεκέμβρη του 1981 φιλοκυβερνητική – καθεστωτική διοίκηση στη ΓΣΕΕ{1} . Διάσπαση της ΠΑΣΚΕ{2} το 1985 και στις 12 Δεκέμβρη νέα φιλοκυβερνητική – καθεστωτική διοίκηση{3} . Στις 3 Απρίλη 1999 ιδρύεται το ΠΑΜΕ.
Στην ιστορική εξέλιξη του Εργατικού Κινήματος βλέπουμε: Στην Ευρώπη πχ. στη Γερμανία, τα συνδικάτα συνδέθηκαν εξ αρχής με το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα (SPD). Στην Αγγλία τα συνδικάτα είχαν καθοριστική συμβολή στην ίδρυση του Εργατικού κόμματος ή μάλλον το ίδρυσαν. Στη χώρα μας και στην Ιταλία από την αρχή όλα τα κόμματα συνδέθηκαν με τα συνδικάτα. Ενώ στην Ιταλία κατέληξαν στη συγκρότηση διαφορετικών συνομοσπονδιών, στην Ελλάδα επικράτησε η «ενότητα στη συνδικαλιστική οργάνωση με διακριτές παρατάξεις» ως το 1930, διαφορετικές συνομοσπονδίες στη δεκαετία του 1930 και τελική κατάληξη «ενότητα στη συνδικαλιστική οργάνωση με διακριτές παρατάξεις» από τα χρόνια της αντίστασης μέχρι σήμερα.
Για το ΚΚΕ η σταθερή του θέση «ενότητα στη συνδικαλιστική οργάνωση με διακριτές παρατάξεις» έχει να κάνει και με την ιστορία του, θεωρώντας -σωστά- πως ήταν η ψυχή και το σώμα στην οργανωτική συγκρότηση, την ίδρυση και τους αιματηρούς σκληρούς αγώνες της ΓΣΕΕ. Δεν είναι διατεθειμένο να χαρίσει τον ιστορικό τίτλο της συνομοσπονδίας στα χέρια κανενός. Γι αυτό και στη δεκαετία του 1930 ίδρυσε άτυπα τη συνομοσπονδία της Ενωτικής ΓΣΕΕ, τη δεκαετία του 1960 στήριξε τις Συνεργαζόμενες Εργατοϋπαλληλικές Οργανώσεις (ΣΕΟ), στα μεταπολιτευτικά χρόνια στήριξε τις ΣΑΔΕΟ (Συνεργαζόμενες Αγωνιστικές Δημοκρατικές Εργατοϋπαλληλικές Οργανώσεις) -για το μικρό διάστημα που λειτούργησαν- και από το 1999 που ιδρύθηκε το ΠΑΜΕ έχουμε μια νέα κατάσταση στο εργατικό κίνημα. Το ΠΑΜΕ δεν είναι μια συνδικαλιστική παράταξη αλλά ένα μετωπικό συνδικαλιστικό σχήμα και ουσιαστικά η δομή του έχει όλα τα στοιχεία μιας άτυπης συνομοσπονδίας.
Οι άλλες τάσεις και τα ρεύματα του κομμουνιστικού -και όχι μόνο- κινήματος στη χώρα μας δεν κατάφεραν να αποκτήσουν μια δυναμική τέτοια ώστε να επηρεάσουν καθοριστικά τον πολιτικό χαρακτήρα του επαναστατικού εργατικού κινήματος, σίγουρα όμως συνέβαλαν στη διαμόρφωσή του και εν πολλοίς δεν ήρθαν σε ρήξη με τη θέση «ενότητα στη συνδικαλιστική οργάνωση με διακριτές παρατάξεις». Ανεξάρτητα όμως από τη δυναμική τους δεν θα πρέπει να αγνοηθεί στη μελέτη, την ανάλυση και την εμπειρία συνολικά για το επαναστατικό εργατικό κίνημα.
Από την ιστορική εμπειρία προκύπτει πως δεν υπήρξε, δεν υπάρχει και δεν θα υπάρξει «ενότητα στη βάση» χωρίς «ενότητα στην κορυφή». Ενότητα στην κορυφή χωρίς τη βάση, είναι δυνατή αλλά είναι εξ αρχής καταδικασμένη και η ζωή της έχει μικρή διάρκεια πχ. η Ενωμένη Αριστερά το 1974 (ΚΚΕ, ΕΔΑ, ΚΚΕεσ.) και ο ΣΥΝ το 1989 (ΚΚΕ, ΕΑΡ κ.α). Συνεπώς η κατά κόρον επίκληση της «ενότητας στη βάση» είναι η μισή αλήθεια. Φυσικά αυτό δεν σημαίνει πως θα πρέπει να υιοθετηθεί και η λογική της «συλλογικής ευθύνης» όταν καταγγέλλεται η πολιτική του ΠΑΣΟΚ/ΠΑΣΚΕ και της ΝΔ/ΔΑΚΕ ή να αντιμετωπίστεί το εργατικό κομμάτι της «βάσης» τους ως «εχθρός» της εργατικής τάξης.
Στην ζωή έχει αποδειχτεί πως η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ/ΠΑΣΚΕ και της ΝΔ/ΔΑΚΕ υπηρετεί τα συμφέροντα της αστικής τάξης, της εργοδοσίας, των κυβερνήσεων και την πολιτική του αστικού μπλοκ εξουσίας, πως έχει άλλα ταξικά συμφέροντα από το εργατικό κομμάτι της «βάσης». Παρά ταύτα το εργατικό κομμάτι τους συνεχίζει να στηρίζει την ηγεσία και να την εμπιστεύεται{4} προσδοκώντας μάταια να υπερασπίσει τα εργατικά συμφέροντα.
Αν η κυβερνητική – γραφειοκρατική ηγεσία των ΠΑΣΚΕ – ΔΑΚΕ στη ΓΣΕΕ και την ΑΔΕΔΥ είχαν σαν στόχο την ανατροπή της γενοκτονικής πολιτικής των μνημονίων, ο συντονισμένος αγώνας και η κοινή δράση θα ήταν μια εύκολη υπόθεση. Κι αυτό γιατί η κήρυξη απεργίας από ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ στις δοσμένες συνθήκες για τις τάσεις και παρατάξεις που συμμετέχουν στις συνομοσπονδίες, στην πράξη είναι μια ντε φάκτο άτυπη συμφωνία για κοινή απεργιακή δράση και μόνο. Όμως μια συμφωνία για κοινή απεργιακή δράση χωρίς κοινό διεκδικητικό πλαίσιο, χωρίς κοινούς στόχους, είναι συμφωνία χωρίς αρχές, είναι καταστροφική για το ταξικό κίνημα και την εργατική τάξη. Κι αυτό γιατί οι ουσιαστικές διαφορές στα διεκδικητικά πλαίσια, στα αιτήματα, στο στόχο απλά καταγράφονται στον απεργιακό αγώνα και αυτό δεν είναι το κύριο σ’ αυτή τη φάση της ταξικής πάλης.
Ο απεργιακός αγώνας δεν είναι απλά και μόνον μια οξυμένη φάση πολιτικής και ιδεολογικής πάλης, δεν είναι μια περίοδος που οι διαφορές στο στόχο με βάση τα αιτήματα, τα διαφορετικά διεκδικητικά πλαίσια απευθύνονται στους εργαζόμενους, συζητιούνται σε συνελεύσεις, στους εργασιακούς χώρους, οι εργαζόμενοι συμμετέχουν στη διαμόρφωσή τους και μέσα απ’ αυτή τη διαδικασία αποφασίζουν -σωστά ή λάθος- τελικά τι θα στηρίξουν. Στις περιόδους που διεξάγεται η ιδεολογική και πολιτική πάλη μέσα στο ΣΚ -που είναι και το συντριπτικά μεγαλύτερο χρονικό διάστημα-, η θέση «ενότητα στη συνδικαλιστική οργάνωση με διακριτές παρατάξεις» δεν δημιουργεί προβλήματα (με βάση και την κλασική θέση δουλεύουμε, παρεμβαίνουμε και στα αντιδραστικά συνδικάτα). Η θέση δεν είναι λάθος. Λάθος είναι η τακτική που υποτάσσει τα πάντα σ’ αυτή τη λογική. Κι αυτό γιατί στον απεργιακό ταξικό αγώνα εκτός από την ιδεολογική πολιτική πάλη, αυτό που κυρίως καθορίζει την έκβασή του είναι το διεκδικητικό πλαίσιο που ηγεμονεύει στη διαπραγμάτευση με την κυβέρνηση, με το αστικό κράτος και αυτό κρίνει το αποτέλεσμα.
Είναι αυταπάτη η προσδοκία πως σε μια γενική απεργία των ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ οι εργαζόμενοι που απεργούν αλλά παραμένουν εγκλωβισμένοι στην πολιτική του ΠΑΣΟΚ/ΠΑΣΚΕ ή της ΝΔ/ΔΑΚΕ θα στηρίξουν μια άλλη πολιτική από αυτήν της ηγεσίας τους, θα στηρίξουν ένα διαφορετικό διεκδικητικό πλαίσιο απ’ αυτό των ΠΑΣΚΕ – ΔΑΚΕ που ηγεμονεύουν σε ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ. Κι αυτό γιατί οι δυνάμεις που έχουν διαφορετικό στόχο και πλαίσιο δεν έχουν τις δομές για να προτείνουν στους εργαζόμενους τη συνέχιση του αγώνα, ακόμα και με τη μορφή της «άγριας απεργίας». Μια ευέλικτη τακτική σημαίνει πως η κοινή δράση με τη ΓΣΕΕΕ – ΑΔΕΔΥ ακόμα και με ένα διεκδικητικό πλαίσιο λίγο πολύ σε σωστή κατεύθυνση της κυβερνητικής εργοδοτικής γραφειοκρατικής ηγεσίας, οι ταξικές δυνάμεις πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να αντιδράσουν σε μια «προδοτική» επιλογή τους. Έτσι μέχρι σήμερα κήρυσσαν και έκλειναν απεργίες κατά βούληση γιατί ακριβώς δεν είχαν και δεν έχουν αντίπαλο στο δια ταύτα, γνωρίζοντας πως μετά από συνεχείς αυτού του τύπου «ήττες», οι ταξικές δυνάμεις απλά καταγγέλλουν τις «προδοτικές συνδικαλιστικές ηγεσίες». Από το αποτέλεσμα αυτή η τακτική κρίνεται αναποτελεσματική γιατί στη συνέχεια, οι γραφειοκρατικές συνδικαλιστικές ηγεσίες των ΠΑΣΚΕ – ΔΑΚΕ έχουν όλο το χρόνο και τα μέσα να χειραγωγήσουν ιδεολογικά και πολιτικά τους απογοητευμένους εργαζόμενους.
Με άλλα λόγια, ακόμα και αν -ως υπόθεση εργασίας- ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ κατεβούν σε απεργιακό αγώνα με στόχο τη «στήριξη της εθνικής προσπάθειας για τη σωτηρία της εθνικής οικονομίας και την πατρίδας», «διεκδικώντας» οι συνέπειες των γενοκτονικών μνημονίων να είναι πιο «ήπιες» για τους εργαζόμενους και οι υπόλοιπες δυνάμεις καλέσουν την εργατική τάξη και τους εργαζόμενους να μπουν στον απεργιακό αγώνα των ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ με στόχο την ανατροπή των γενοκτονικών πολιτικών των μνημονίων, η διαπραγμάτευση με την κυβέρνηση, με το αστικό κράτος αντικειμενικά θα γίνει – γίνεται με βάση το πλαίσιο των ΠΑΣΚΕ – ΔΑΚΕ σε ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ. Αν σε κάποια στιγμή του αγώνα θεωρήσουν κάποιες ανούσιες «διακηρύξεις ή υποχωρήσεις» της κυβέρνησης «θετικές» και κλείσουν τον απεργιακό αγώνα, ποιο θα είναι το αποτέλεσμα; Μια ακόμα «προδοσία» από τη γραφειοκρατική συνδικαλιστική ηγεσία των ΠΑΣΚΕ – ΔΑΚΕ και στα μάτια των εργαζομένων οι δυνάμεις που έβαζαν άλλο στόχο, για άλλη μια φορά θα φανούν αδύναμες και αναποτελεσματικές, αφού δεν φρόντισαν να έχουν έτοιμη μια εναλλακτική διέξοδο.
Η αντικειμενικά σωστή εκτίμηση ότι δεν υπάρχουν ποσοτικά οι δυνάμεις να υλοποιήσουν κάτι διαφορετικό, θα συνεχίσει να έχει ισχύ αν συνεχιστεί η ίδια τακτική. Και ακριβώς γιατί είναι αλήθεια πως δεν υπάρχουν ποσοτικά οι δυνάμεις, πρέπει να γίνει τώρα η αλλαγή τακτικής για να δυναμώσουν και ποσοτικά οι ταξικές δυνάμεις. Κι αυτό γιατί η ραχοκοκαλιά των ΠΑΣΚΕ – ΔΑΚΕ στους εργαζόμενους και στα μικροαστικά στρώματα που πλήττονται βάναυσα από τις γενοκτονικές μνημονιακές πολιτικές, τα εργατικά στελέχη τους που χάνουν «άκρες», «απολαβές» και «υπηρεσίες», δεν εμπιστεύονται -πια- ανεπιφύλακτα την ηγεσία τους. Αυτή η τάση διαπιστώνεται από την οργή που εκδηλώνουν και την εκφράζουν με τις πλατωνικές καταγγελίες ενάντια στις γενοκτονικές μνημονιακές πολιτικές και το απολιτικό «όλοι ίδιοι είναι», «όλοι ενωμένοι, χωρίς κόμματα, χωρίς παρατάξεις». Μ’ αυτά τα δεδομένα η τακτική της «ενότητας με τη βάση» χωρίς τον απόλυτο διαχωρισμό από τη συνδικαλιστική ηγεσία των ΠΑΣΚΕ – ΔΑΚΕ δεν έχει ουσιαστικά αποτελέσματα. Απορία: γιατί αυτή η τακτική -«ενότητα με τη βάση»- δεν ισχύει -σε δυνάμεις της αριστεράς- και με το ΠΑΜΕ; Και εκεί συμμετέχουν εργάτες/τριες…
Το ζήτημα συνεπώς είναι ο απόλυτος, ξεκάθαρος διαχωρισμός από τις ηγεσίες των ΠΑΣΚΕ – ΔΑΚΕ που ηγεμονεύουν στο ΣΚ, και στο βαθμό που το εργατικό κομμάτι της βάσης τους συνειδητοποιεί στην πράξη την εχθρική -για την εργατική τάξη και τους εργαζόμενους- πολιτική συνδικαλιστική πρακτική τους, να ενισχυθεί η τάση απεγκλωβισμού από το ΠΑΣΟΚ/ΠΑΣΚΕ ή τη ΝΔ/ΔΑΚΕ, εφόσον η ηγεσία τους αντικειμενικά λειτουργεί εχθρικά για τα συμφέροντά της.
Είναι λάθος η τακτική που επιδιώκει την «ενότητα» με το εργατικό κομμάτι της «βάσης» των ΠΑΣΚΕ – ΔΑΚΕ που στηρίζει αυτή την πολιτική. Κι αυτό γιατί ενισχύει την τάση να παραμείνει εγκλωβισμένη. Αυτή η τακτική δημιουργεί σύγχυση και σε όσους έχουν την τάση να απεγκλωβιστούν. Το τελικό αποτέλεσμα σε κάθε απεργία των ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ που οι ταξικές δυνάμεις κατεβαίνουν σε κοινή δράση χωρίς κοινό πλαίσιο και εναλλακτική διέξοδο, δίνουν «ψήφο» στήριξης εν λευκώ και έμμεσα ανανεώνουν την «εμπιστοσύνη» των εργαζομένων στην κυβερνητική εργοδοτική γραφειοκρατία, στις ηγεσίες των ΠΑΣΚΕ – ΔΑΚΕ.
Το σημαντικό και κρίσιμο στον αγώνα που έχει μπροστά της η εργατική τάξη και οι εργαζόμενοι, είναι η δυνατότητα συντονισμένων κινητοποιήσεων, πολύ περισσότερο συντονισμένων απεργιών έξω από τον έλεγχο των ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ. Με τη σειρά του αυτό απαιτεί δομές και συντονισμό στο ΣΚ πανελλαδικά. Αυτό θα βάλει στον αγώνα το εργατικό κομμάτι της «βάσης» των ΠΑΣΚΕ – ΔΑΚΕ και όχι οι εκ των προτέρων υπονομευμένες -από τους στόχους και το διεκδικητικό πλαίσιο που προτείνουν- απεργίες των ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ.
Το ΠΑΜΕ όντας συγκροτημένο και έτοιμο σαν συνδικαλιστικό μέτωπο, σαν άτυπη συνομοσπονδία, με καθαρό ιδεολογικό και πολιτικό συνδικαλιστικό στίγμα και με σαφέστατη διαχωριστική γραμμή από τις ηγεσίες όλων των εκτός ΠΑΜΕ δυνάμεων, είναι ένας έτοιμος χώρος με δομές για τους εργαζόμενους που απεγκλωβίζονται από το αστικό μπλοκ εξουσίας και μια άμεση διέξοδος στις αγωνιστικές διαθέσεις που υπάρχουν ή θα προκύψουν στο μέλλον. Η δομή του ΠΑΜΕ, ο χαρακτήρας του, η πολιτική συνδικαλιστική πρακτική του λειτουργούν θετικά ή αρνητικά στο βαθμό που ανταποκρίνεται ή όχι στις ανάγκες του αγώνα και στις διαθέσεις των εργαζομένων.
Όμως από τη συγκρότησή του το 1999 μέχρι και σήμερα, η τακτική του για και στους απεργιακούς αγώνες ήταν ταυτόσημη με αυτήν των ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ. Παράλληλα έχει αποκλείσει κάθε κοινή δράση με όλες τις εκτός ΠΑΜΕ ταξικές δυνάμεις ακόμα και σε κρίσιμα πολιτικά μέτρα που αναδείχτηκαν στη συγκυρία. Η τακτική του, μέχρι σήμερα, δεν δείχνει πως οι πρωτοβουλίες του στοχεύουν στη γενίκευση του αγώνα για την άμεση ανατροπή των γενοκτονικών μνημονιακών πολιτικών με συντονισμένες κινητοποιήσεις και απεργίες σ’ ένα ευρύτερο μέτωπο, αλλά στοχεύουν στην ενίσχυση των δυνάμεών του στο ΣΚ (θεμιτή στόχευση). Πλην όμως είναι μια τακτική που, από τα μέχρι τώρα αποτελέσματα, κρίνεται αναποτελεσματική παρά την σταθερή κάθετη αντίθεση στις γενοκτονικές μνημονιακές πολιτικές.
Κρίνοντας από το αποτέλεσμα, ούτε ο Συντονισμός Πρωτοβάθμιων Σωματείων έχει καταφέρει να δώσει μια άλλη εναλλακτική απάντηση και λύση, από τη στιγμή που δεν έχει πετύχει μέχρι τώρα να δημιουργήσει δομές πανελλαδικά. Παρά τις διακηρύξεις, η τακτική του και η δράση του υπονομεύεται από αντιφατικές πολιτικές συνδικαλιστικές επιλογές και από την απουσία μιας συνεκτικής πολιτικής συνδικαλιστικής συμφωνίας σε ένα κοινό πλαίσιο θέσεων και δράσης για την ανατροπή των μνημονιακών πολιτικών. Δυνητικά έχει όλες τις δυνατότητες να υπερβεί την τωρινή του κατάσταση, και να αποτελέσει έναν συγκροτημένο ταξικό συνδικαλιστικό πόλο για τις εκτός ΠΑΜΕ ταξικές δυνάμεις.
Αν οι ταξικές δυνάμεις δεν το τολμήσουν τώρα πότε θα το κάνουν;
1. «Το 21ο Συνέδριο συνήλθε στις 3-5 Οκτωβρίου 1981, στην Κασσάνδρα, λίγο πριν από τις βουλευτικές εκλογές (18-10-1981) τις οποίες κέρδισε το ΠΑΣΟΚ.
Στο συνέδριο πήραν μέρος 79 Εργατοϋπαλληλικά Κέντρα με 419 αντιπροσώπους και δύναμη 404.681 μελών, 51 Ομοσπονδίες με 386 αντιπροσώπους και 379.111 μέλη.
Η αντιπολίτευση, προδικάζοντας τη νίκη του ΠΑΣΟΚ στις εκλογές, δηλώνει ότι δεν θα πάρει μέρος στις εκλογές οργάνων, επειδή δεν θεωρεί κανονική τη σύγκλιση και σύνθεση του Συνεδρίου.
Στις 4-11-1981 κατατέθηκε η αίτηση αναστολής της απόφασης του 21ου Συνεδρίου η οποία έγινε δεκτή από το δικαστήριο και τελικώς κηρύχθηκε ακυρότητα από το αρμόδιο Πρωτοδικείο (1982).
Διορίστηκε προσωρινή Διοίκηση με πρόεδρο τον Ορεστ. Χατζηβασιλείου συνεργαζόμενο με την ΠΑΣΚΕ. Αναπληρωτής Πρόεδρος ο Γ. Παπαμιχαήλ (ΠΑΣΚΕ) και Γενικός Γραμματέας ο Γ. Ραυτόπουλος (ΠΑΣΚΕ). Διορίστηκαν 27 της ΠΑΣΚΕ, 4 της ΕΣΑΚ-Σ, 3 του ΑΕΜ, 2 της Νέας Δημοκρατίας, 4 της έκπτωτης διοίκησης, 3 της άκρας δεξιάς και 2 ανεξάρτητοι της αριστεράς. Η ΕΣΑΚ-Σ αμφισβήτησε την μονοπαραταξιακή σύνθεση της προσωρινής διοίκησης και αποχώρησε από την πρώτη συνεδρίαση. Αρνήθηκε να πάρει μέρος στην κατανομή των θέσεων», [21ο Συνέδριο ΓΣΕΕ (1981)].
2. Μετά τις εκλογές του ’85, με υπουργό οικονομίας τον Κ. Σημίτη, επιχειρήθηκε η πρώτη εφαρμογή του νεοφιλελευθερισμού στη χώρα μας από το ΠΑΣΟΚ, με ένα σκληρό πρόγραμμα λιτότητας για τους μισθούς, την κοινωνική ασφάλιση και τις κοινωνικές υπηρεσίες, παράλληλα με μεγάλες ανατιμήσεις σε βασικά κοινωνικά αγαθά.
Η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου για το πάγωμα των μισθών προκάλεσε τη διάσπαση της ΠΑΣΚΕ και την ανατροπή των συσχετισμών στη ΓΣΕΕ, σε ομοσπονδίες και συνδικάτα. Άμεσα, καθαιρέθηκε δικαστικά η πλειοψηφία και διορίστηκε φιλοκυβερνητική διοίκηση στη ΓΣΕΕ από το Πρωτοδικείο Αθήνας.
Στις 8 Φλεβάρη του 1986 συνδικαλιστικά στελέχη της ΠΑΣΚ συγκεντρώθηκαν στο Σπόρτινγκ και αποφάσισαν τη δημιουργία συνδικαλιστικής κίνησης, τη ΣΣΕΚ (ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΡΓΑΤΟΫΠΑΛΛΗΛΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ). Μετά από πέντε χρόνια, το 1990, στο 25ο Ενωτικό Συνέδριο της ΓΣΕΕ, ΠΑΣΚΕ – ΣΣΕΚ ενώθηκαν και πάλι σε ΠΑΣΚΕ…
3.Στις 30 Οκτώβρη 1985, το Ειρηνοδικείο Αθηνών, «εκπαραθυρώνει» την πλειοψηφία της διοίκησης της ΓΣΕΕ. Με απόφαση του Πρωτοδικείου Αθήνας (πρωτοδίκης Θέμελης), μετά από προσφυγή του «επιμελέστερου» Ε.Κ Πάτρας, καθαιρείται η εκλεγμένη διοίκηση και διορίζεται νέα με αυτοδυναμία της ΠΑΣΚΕ. Η δοτή διοίκηση «ανέλαβε καθήκοντα» στις 12 Δεκέμβρη.
4. Στο πρόσφατο 35ο συνέδριο της ΓΣΕΕ η ΠΑΣΚΕ (34,52%) + ΕΜΕΙΣ (7,57%, «αντιμνημονιακή»… ΠΑΣΚΕ ) πήρε το 42% και η ΔΑΚΕ το 25%, συνολικά 67%.
Αναδημοσίευση από: Βαθύ Κόκκινο |
Μια αναφορά σε λίγες χαρακτηριστικές στιγμές της πορείας του συνδικαλιστικού και εργατικού κινήματος στη χώρα μας, θα φωτίσει αρκετά τη θέση «ενότητα στις συνδικαλιστικές οργανώσεις με διακριτές παρατάξεις» που επικρατεί στη χώρα μας.
Ο νόμος 281 του 1914 «περί σωματείων» είναι η νομική βάση για την ίδρυση συνδικαλιστικών οργανώσεων στη χώρα μας. Από το ιδρυτικό συνέδριο της ΓΣΣΕ στην Αθήνα, στις 21 Οκτωβρίου 1918 και του ΣΕΚΕ στη συνέχεια, η ιστορία του εργατικού κινήματος στη χώρα μας είναι μια μακρά σειρά παρεμβάσεων του αστικού κράτους. Το συνέδριο έγινε στο Βασιλικό Θέατρο. Συμμετείχαν 214 συνδικάτα, με 180 αντιπροσώπους που εκπροσωπούσαν 65.000 οργανωμένους εργάτες. Είναι χαρακτηριστικό πως το ΣΕΚΕ, μετέπειτα ΚΚΕ δεν προέκυψε από τη διάσπαση του εργατικού κινήματος, από τη σοσιαλδημοκρατία στη διάρκεια του Α΄ παγκόσμιου πολέμου, αλλά έχουμε την ίδρυση του πρώτου κόμματος της ΕΤ στη χώρα μας. Από το ιδρυτικό συνέδριο της ΓΣΕΕ είναι -σχηματικά, αφαιρετικά- διακριτές τρείς τάσεις:
Η πρώτη τάση ήταν οι κομμουνιστές, κυρίως μετά το 1924 όταν το ΣΕΚΕ μετεξελίχθηκε σε ΚΚΕ. Στα χρόνια της οικονομικής κρίσης και του ιδιώνυμου το 1930 συγκρότησε την Ενωτική ΓΣΕΕ.
Η δεύτερη τάση ήταν οι σοσιαλδημοκράτες. Ως το 1924, συνυπήρχαν με τους κομμουνιστές στο ΣΕΚΕ. Αποχώρησαν όταν μετεξελίχθηκε σε ΚΚΕ, υιοθετώντας τις θέσεις της σοσιαλδημοκρατίας στην Ευρώπη για ειρηνικές μεταρρυθμίσεις του καπιταλισμού. Συνεργάστηκαν με τους «καθεστωτικούς – βενιζελικούς» ελέγχοντας τη ΓΣΕΕ το 1926-1929. Η συμμαχία τους έληξε το 1929 όταν ψηφίστηκε το ιδιώνυμο ενάντια στους κομμουνιστές, που όπως αποδείχτηκε στην πράξη στόχευε το εργατικό κίνημα. Το 1931 συγκρότησε τα Ανεξάρτητα Εργατικά Συνδικάτα.
Η τρίτη τάση ήταν οι «καθεστωτικοί – βενιζελικοί». Η αστική τάξη, το αστικό κράτος και οι «βενιζελικοί» για να αυξήσουν τα οφέλη από τη συμμετοχή στη συμμαχία των νικητών στο «Συνέδριο Ειρήνης» στις αρχές του 1919 στο Παρίσι και να εμφανίσουν την Ελλάδα σαν ένα σύγχρονο αστικό κράτος, αναμείχθηκαν από την πρώτη στιγμή στην ίδρυση της ΓΣΕΕ, ρυθμίζοντας νομοθετικά τη λειτουργία της και τον κρατικό έλεγχο, και, κυρίως, κινητοποιώντας όλους τους μηχανισμούς για να ελέγξουν το συσχετισμό δύναμης στο εσωτερικό τους ώστε η δράση τους να μην ξεφύγει από τα όρια που έβαζε το αστικό κράτος.
Τον Ιούλη του 1919, συλλαμβάνονται οι κομμουνιστές συνδικαλιστές της ΓΣΕΕ και εξορίζονται στη Φολέγανδρο. Το ΣΕΚΕ τον Ιούλη του 1919 οργανώνει με επιτυχία πανεργατική, πολιτική απεργία, για την απελευθέρωση των εξόριστων συνδικαλιστών, το σταμάτημα της τρομοκρατίας και των κυβερνητικών παρεμβάσεων στα συνδικάτα και τη ΓΣΕΕ. Το Σεπτέμβρη του 1920, γίνεται το 2ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ. Η «καθεστωτική – βενιζελική» παράταξη, παρά τις νοθείες, την εξαγορά συνδικαλιστών, δεν καταφέρνει να κερδίσει την πλειοψηφία στο συνέδριο. Τον Αύγουστο του 1923, ο Γ. Παπανδρέου, ως υπουργός Εσωτερικών, δίνει εντολή στις κατασταλτικές δυνάμεις να ανοίξουν πυρ κατά των απεργών στο Πασαλιμάνι. Με διάταγμα διαλύει τη ΓΣΕΕ, που πλειοψηφούσαν οι ταξικές δυνάμεις. Τον Ιούνη του 1925, η δικτατορία του Πάγκαλου, θέτει εκτός νόμου το ΚΚΕ, συλλαμβάνει και εξορίζει κομμουνιστές και προοδευτικούς συνδικαλιστές σε νησιά του Αιγαίου. Στο 3ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ γίνονται συλλήψεις κομμουνιστών αντιπροσώπων και εκλέγεται με νοθείες διοίκηση υποταγμένη στο δικτατορικό καθεστώς. Το Μάη του 1928, στο 4ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ ολοκληρώνεται η εκκαθάριση των κομμουνιστών με διαγραφές συνδικάτων, εργατικών κέντρων και ομοσπονδιών.
Στις δεκαετία του 1930 έχουμε τρείς τριτοβάθμιες οργανώσεις, την καθεστωτική ΓΣΕΕ, την Ενωτική ΓΣΕΕ των κομμουνιστών και τα Ανεξάρτητα Εργατικά Συνδικάτα των Σοσιαλδημοκρατών. Το «ιδιώνυμο» και αργότερα η μεταξική δικτατορία (4 Αυγούστου 1936) έχουν θέσει εκτός νόμου τη συνδικαλιστική δραστηριότητα εκτός της καθεστωτικής ΓΣΕΕ. Έτσι η επιδίωξη για νομιμοποίηση της συνδικαλιστικής δράσης περνούσε μέσα από την καθεστωτική ΓΣΕΕ. Εμφανίζεται πάλι στα χρόνια της κατοχής σαν Εργατικό Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (ΕΕΑΜ) με τη συμμετοχή όλων (Ενωτική ΓΣΕΕ, ΓΣΕΕ και τα Ανεξάρτητα Συνδικάτα). Με την απελευθέρωση αναγνωρίζεται σαν ΓΣΕΕ. Μετά τα Δεκεμβριανά το 1944, η κυβέρνηση του Πλαστήρα το Γενάρη του 1945 καθαιρεί το ΔΣ της ΓΣΕΕ και διορίζει νέα καθεστωτική διοίκηση.
Μετά τη Συμφωνία της Βάρκιζας (Φλεβάρης του 1945), τον Απρίλη του 1945 ιδρύεται με απόφαση του ΚΚΕ ο Εργατικός Αντιφασιστικός Συνασπισμός (ΕΡΓΑΣ), και παρά την τρομοκρατία και τις κρατικές παρεμβάσεις στο 8ο Συνέδριο της ΓΣΕΕ το Μάρτη του 1946 παίρνει την πλειοψηφία και εκλέγεται γενικός γραμματέας ο Μήτσος Παπαρήγας. Θα δολοφονηθεί από την ασφάλεια το Φλεβάρη του 1949. Με τη λήξη του εμφύλιου διορίζεται νέα καθεστωτική διοίκηση στη ΓΣΕΕ. Μέχρι το 1981 οι ΣΕΟ (Συνεργαζόμενες Εργατοϋπαλληλικές Οργανώσεις) ή τα «115» συνεργαζόμενα σωματεία τη δεκαετία του 1960 και οι ΣΑΔΕΟ -(για μικρό χρονικό διάστημα)- μετά τη χούντα είναι χαρακτηριστικές στιγμές του μετεμφυλιακού ΣΚ, με κυριαρχία στη ΓΣΕΕ των καθεστωτικών δυνάμεων.
Με την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία, διορίζεται στις 11 του Δεκέμβρη του 1981 φιλοκυβερνητική – καθεστωτική διοίκηση στη ΓΣΕΕ{1} . Διάσπαση της ΠΑΣΚΕ{2} το 1985 και στις 12 Δεκέμβρη νέα φιλοκυβερνητική – καθεστωτική διοίκηση{3} . Στις 3 Απρίλη 1999 ιδρύεται το ΠΑΜΕ.
Στην ιστορική εξέλιξη του Εργατικού Κινήματος βλέπουμε: Στην Ευρώπη πχ. στη Γερμανία, τα συνδικάτα συνδέθηκαν εξ αρχής με το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα (SPD). Στην Αγγλία τα συνδικάτα είχαν καθοριστική συμβολή στην ίδρυση του Εργατικού κόμματος ή μάλλον το ίδρυσαν. Στη χώρα μας και στην Ιταλία από την αρχή όλα τα κόμματα συνδέθηκαν με τα συνδικάτα. Ενώ στην Ιταλία κατέληξαν στη συγκρότηση διαφορετικών συνομοσπονδιών, στην Ελλάδα επικράτησε η «ενότητα στη συνδικαλιστική οργάνωση με διακριτές παρατάξεις» ως το 1930, διαφορετικές συνομοσπονδίες στη δεκαετία του 1930 και τελική κατάληξη «ενότητα στη συνδικαλιστική οργάνωση με διακριτές παρατάξεις» από τα χρόνια της αντίστασης μέχρι σήμερα.
Για το ΚΚΕ η σταθερή του θέση «ενότητα στη συνδικαλιστική οργάνωση με διακριτές παρατάξεις» έχει να κάνει και με την ιστορία του, θεωρώντας -σωστά- πως ήταν η ψυχή και το σώμα στην οργανωτική συγκρότηση, την ίδρυση και τους αιματηρούς σκληρούς αγώνες της ΓΣΕΕ. Δεν είναι διατεθειμένο να χαρίσει τον ιστορικό τίτλο της συνομοσπονδίας στα χέρια κανενός. Γι αυτό και στη δεκαετία του 1930 ίδρυσε άτυπα τη συνομοσπονδία της Ενωτικής ΓΣΕΕ, τη δεκαετία του 1960 στήριξε τις Συνεργαζόμενες Εργατοϋπαλληλικές Οργανώσεις (ΣΕΟ), στα μεταπολιτευτικά χρόνια στήριξε τις ΣΑΔΕΟ (Συνεργαζόμενες Αγωνιστικές Δημοκρατικές Εργατοϋπαλληλικές Οργανώσεις) -για το μικρό διάστημα που λειτούργησαν- και από το 1999 που ιδρύθηκε το ΠΑΜΕ έχουμε μια νέα κατάσταση στο εργατικό κίνημα. Το ΠΑΜΕ δεν είναι μια συνδικαλιστική παράταξη αλλά ένα μετωπικό συνδικαλιστικό σχήμα και ουσιαστικά η δομή του έχει όλα τα στοιχεία μιας άτυπης συνομοσπονδίας.
Οι άλλες τάσεις και τα ρεύματα του κομμουνιστικού -και όχι μόνο- κινήματος στη χώρα μας δεν κατάφεραν να αποκτήσουν μια δυναμική τέτοια ώστε να επηρεάσουν καθοριστικά τον πολιτικό χαρακτήρα του επαναστατικού εργατικού κινήματος, σίγουρα όμως συνέβαλαν στη διαμόρφωσή του και εν πολλοίς δεν ήρθαν σε ρήξη με τη θέση «ενότητα στη συνδικαλιστική οργάνωση με διακριτές παρατάξεις». Ανεξάρτητα όμως από τη δυναμική τους δεν θα πρέπει να αγνοηθεί στη μελέτη, την ανάλυση και την εμπειρία συνολικά για το επαναστατικό εργατικό κίνημα.
Από την ιστορική εμπειρία προκύπτει πως δεν υπήρξε, δεν υπάρχει και δεν θα υπάρξει «ενότητα στη βάση» χωρίς «ενότητα στην κορυφή». Ενότητα στην κορυφή χωρίς τη βάση, είναι δυνατή αλλά είναι εξ αρχής καταδικασμένη και η ζωή της έχει μικρή διάρκεια πχ. η Ενωμένη Αριστερά το 1974 (ΚΚΕ, ΕΔΑ, ΚΚΕεσ.) και ο ΣΥΝ το 1989 (ΚΚΕ, ΕΑΡ κ.α). Συνεπώς η κατά κόρον επίκληση της «ενότητας στη βάση» είναι η μισή αλήθεια. Φυσικά αυτό δεν σημαίνει πως θα πρέπει να υιοθετηθεί και η λογική της «συλλογικής ευθύνης» όταν καταγγέλλεται η πολιτική του ΠΑΣΟΚ/ΠΑΣΚΕ και της ΝΔ/ΔΑΚΕ ή να αντιμετωπίστεί το εργατικό κομμάτι της «βάσης» τους ως «εχθρός» της εργατικής τάξης.
Στην ζωή έχει αποδειχτεί πως η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ/ΠΑΣΚΕ και της ΝΔ/ΔΑΚΕ υπηρετεί τα συμφέροντα της αστικής τάξης, της εργοδοσίας, των κυβερνήσεων και την πολιτική του αστικού μπλοκ εξουσίας, πως έχει άλλα ταξικά συμφέροντα από το εργατικό κομμάτι της «βάσης». Παρά ταύτα το εργατικό κομμάτι τους συνεχίζει να στηρίζει την ηγεσία και να την εμπιστεύεται{4} προσδοκώντας μάταια να υπερασπίσει τα εργατικά συμφέροντα.
Αν η κυβερνητική – γραφειοκρατική ηγεσία των ΠΑΣΚΕ – ΔΑΚΕ στη ΓΣΕΕ και την ΑΔΕΔΥ είχαν σαν στόχο την ανατροπή της γενοκτονικής πολιτικής των μνημονίων, ο συντονισμένος αγώνας και η κοινή δράση θα ήταν μια εύκολη υπόθεση. Κι αυτό γιατί η κήρυξη απεργίας από ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ στις δοσμένες συνθήκες για τις τάσεις και παρατάξεις που συμμετέχουν στις συνομοσπονδίες, στην πράξη είναι μια ντε φάκτο άτυπη συμφωνία για κοινή απεργιακή δράση και μόνο. Όμως μια συμφωνία για κοινή απεργιακή δράση χωρίς κοινό διεκδικητικό πλαίσιο, χωρίς κοινούς στόχους, είναι συμφωνία χωρίς αρχές, είναι καταστροφική για το ταξικό κίνημα και την εργατική τάξη. Κι αυτό γιατί οι ουσιαστικές διαφορές στα διεκδικητικά πλαίσια, στα αιτήματα, στο στόχο απλά καταγράφονται στον απεργιακό αγώνα και αυτό δεν είναι το κύριο σ’ αυτή τη φάση της ταξικής πάλης.
Ο απεργιακός αγώνας δεν είναι απλά και μόνον μια οξυμένη φάση πολιτικής και ιδεολογικής πάλης, δεν είναι μια περίοδος που οι διαφορές στο στόχο με βάση τα αιτήματα, τα διαφορετικά διεκδικητικά πλαίσια απευθύνονται στους εργαζόμενους, συζητιούνται σε συνελεύσεις, στους εργασιακούς χώρους, οι εργαζόμενοι συμμετέχουν στη διαμόρφωσή τους και μέσα απ’ αυτή τη διαδικασία αποφασίζουν -σωστά ή λάθος- τελικά τι θα στηρίξουν. Στις περιόδους που διεξάγεται η ιδεολογική και πολιτική πάλη μέσα στο ΣΚ -που είναι και το συντριπτικά μεγαλύτερο χρονικό διάστημα-, η θέση «ενότητα στη συνδικαλιστική οργάνωση με διακριτές παρατάξεις» δεν δημιουργεί προβλήματα (με βάση και την κλασική θέση δουλεύουμε, παρεμβαίνουμε και στα αντιδραστικά συνδικάτα). Η θέση δεν είναι λάθος. Λάθος είναι η τακτική που υποτάσσει τα πάντα σ’ αυτή τη λογική. Κι αυτό γιατί στον απεργιακό ταξικό αγώνα εκτός από την ιδεολογική πολιτική πάλη, αυτό που κυρίως καθορίζει την έκβασή του είναι το διεκδικητικό πλαίσιο που ηγεμονεύει στη διαπραγμάτευση με την κυβέρνηση, με το αστικό κράτος και αυτό κρίνει το αποτέλεσμα.
Είναι αυταπάτη η προσδοκία πως σε μια γενική απεργία των ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ οι εργαζόμενοι που απεργούν αλλά παραμένουν εγκλωβισμένοι στην πολιτική του ΠΑΣΟΚ/ΠΑΣΚΕ ή της ΝΔ/ΔΑΚΕ θα στηρίξουν μια άλλη πολιτική από αυτήν της ηγεσίας τους, θα στηρίξουν ένα διαφορετικό διεκδικητικό πλαίσιο απ’ αυτό των ΠΑΣΚΕ – ΔΑΚΕ που ηγεμονεύουν σε ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ. Κι αυτό γιατί οι δυνάμεις που έχουν διαφορετικό στόχο και πλαίσιο δεν έχουν τις δομές για να προτείνουν στους εργαζόμενους τη συνέχιση του αγώνα, ακόμα και με τη μορφή της «άγριας απεργίας». Μια ευέλικτη τακτική σημαίνει πως η κοινή δράση με τη ΓΣΕΕΕ – ΑΔΕΔΥ ακόμα και με ένα διεκδικητικό πλαίσιο λίγο πολύ σε σωστή κατεύθυνση της κυβερνητικής εργοδοτικής γραφειοκρατικής ηγεσίας, οι ταξικές δυνάμεις πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να αντιδράσουν σε μια «προδοτική» επιλογή τους. Έτσι μέχρι σήμερα κήρυσσαν και έκλειναν απεργίες κατά βούληση γιατί ακριβώς δεν είχαν και δεν έχουν αντίπαλο στο δια ταύτα, γνωρίζοντας πως μετά από συνεχείς αυτού του τύπου «ήττες», οι ταξικές δυνάμεις απλά καταγγέλλουν τις «προδοτικές συνδικαλιστικές ηγεσίες». Από το αποτέλεσμα αυτή η τακτική κρίνεται αναποτελεσματική γιατί στη συνέχεια, οι γραφειοκρατικές συνδικαλιστικές ηγεσίες των ΠΑΣΚΕ – ΔΑΚΕ έχουν όλο το χρόνο και τα μέσα να χειραγωγήσουν ιδεολογικά και πολιτικά τους απογοητευμένους εργαζόμενους.
Με άλλα λόγια, ακόμα και αν -ως υπόθεση εργασίας- ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ κατεβούν σε απεργιακό αγώνα με στόχο τη «στήριξη της εθνικής προσπάθειας για τη σωτηρία της εθνικής οικονομίας και την πατρίδας», «διεκδικώντας» οι συνέπειες των γενοκτονικών μνημονίων να είναι πιο «ήπιες» για τους εργαζόμενους και οι υπόλοιπες δυνάμεις καλέσουν την εργατική τάξη και τους εργαζόμενους να μπουν στον απεργιακό αγώνα των ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ με στόχο την ανατροπή των γενοκτονικών πολιτικών των μνημονίων, η διαπραγμάτευση με την κυβέρνηση, με το αστικό κράτος αντικειμενικά θα γίνει – γίνεται με βάση το πλαίσιο των ΠΑΣΚΕ – ΔΑΚΕ σε ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ. Αν σε κάποια στιγμή του αγώνα θεωρήσουν κάποιες ανούσιες «διακηρύξεις ή υποχωρήσεις» της κυβέρνησης «θετικές» και κλείσουν τον απεργιακό αγώνα, ποιο θα είναι το αποτέλεσμα; Μια ακόμα «προδοσία» από τη γραφειοκρατική συνδικαλιστική ηγεσία των ΠΑΣΚΕ – ΔΑΚΕ και στα μάτια των εργαζομένων οι δυνάμεις που έβαζαν άλλο στόχο, για άλλη μια φορά θα φανούν αδύναμες και αναποτελεσματικές, αφού δεν φρόντισαν να έχουν έτοιμη μια εναλλακτική διέξοδο.
Η αντικειμενικά σωστή εκτίμηση ότι δεν υπάρχουν ποσοτικά οι δυνάμεις να υλοποιήσουν κάτι διαφορετικό, θα συνεχίσει να έχει ισχύ αν συνεχιστεί η ίδια τακτική. Και ακριβώς γιατί είναι αλήθεια πως δεν υπάρχουν ποσοτικά οι δυνάμεις, πρέπει να γίνει τώρα η αλλαγή τακτικής για να δυναμώσουν και ποσοτικά οι ταξικές δυνάμεις. Κι αυτό γιατί η ραχοκοκαλιά των ΠΑΣΚΕ – ΔΑΚΕ στους εργαζόμενους και στα μικροαστικά στρώματα που πλήττονται βάναυσα από τις γενοκτονικές μνημονιακές πολιτικές, τα εργατικά στελέχη τους που χάνουν «άκρες», «απολαβές» και «υπηρεσίες», δεν εμπιστεύονται -πια- ανεπιφύλακτα την ηγεσία τους. Αυτή η τάση διαπιστώνεται από την οργή που εκδηλώνουν και την εκφράζουν με τις πλατωνικές καταγγελίες ενάντια στις γενοκτονικές μνημονιακές πολιτικές και το απολιτικό «όλοι ίδιοι είναι», «όλοι ενωμένοι, χωρίς κόμματα, χωρίς παρατάξεις». Μ’ αυτά τα δεδομένα η τακτική της «ενότητας με τη βάση» χωρίς τον απόλυτο διαχωρισμό από τη συνδικαλιστική ηγεσία των ΠΑΣΚΕ – ΔΑΚΕ δεν έχει ουσιαστικά αποτελέσματα. Απορία: γιατί αυτή η τακτική -«ενότητα με τη βάση»- δεν ισχύει -σε δυνάμεις της αριστεράς- και με το ΠΑΜΕ; Και εκεί συμμετέχουν εργάτες/τριες…
Το ζήτημα συνεπώς είναι ο απόλυτος, ξεκάθαρος διαχωρισμός από τις ηγεσίες των ΠΑΣΚΕ – ΔΑΚΕ που ηγεμονεύουν στο ΣΚ, και στο βαθμό που το εργατικό κομμάτι της βάσης τους συνειδητοποιεί στην πράξη την εχθρική -για την εργατική τάξη και τους εργαζόμενους- πολιτική συνδικαλιστική πρακτική τους, να ενισχυθεί η τάση απεγκλωβισμού από το ΠΑΣΟΚ/ΠΑΣΚΕ ή τη ΝΔ/ΔΑΚΕ, εφόσον η ηγεσία τους αντικειμενικά λειτουργεί εχθρικά για τα συμφέροντά της.
Είναι λάθος η τακτική που επιδιώκει την «ενότητα» με το εργατικό κομμάτι της «βάσης» των ΠΑΣΚΕ – ΔΑΚΕ που στηρίζει αυτή την πολιτική. Κι αυτό γιατί ενισχύει την τάση να παραμείνει εγκλωβισμένη. Αυτή η τακτική δημιουργεί σύγχυση και σε όσους έχουν την τάση να απεγκλωβιστούν. Το τελικό αποτέλεσμα σε κάθε απεργία των ΓΣΕΕ-ΑΔΕΔΥ που οι ταξικές δυνάμεις κατεβαίνουν σε κοινή δράση χωρίς κοινό πλαίσιο και εναλλακτική διέξοδο, δίνουν «ψήφο» στήριξης εν λευκώ και έμμεσα ανανεώνουν την «εμπιστοσύνη» των εργαζομένων στην κυβερνητική εργοδοτική γραφειοκρατία, στις ηγεσίες των ΠΑΣΚΕ – ΔΑΚΕ.
Το σημαντικό και κρίσιμο στον αγώνα που έχει μπροστά της η εργατική τάξη και οι εργαζόμενοι, είναι η δυνατότητα συντονισμένων κινητοποιήσεων, πολύ περισσότερο συντονισμένων απεργιών έξω από τον έλεγχο των ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ. Με τη σειρά του αυτό απαιτεί δομές και συντονισμό στο ΣΚ πανελλαδικά. Αυτό θα βάλει στον αγώνα το εργατικό κομμάτι της «βάσης» των ΠΑΣΚΕ – ΔΑΚΕ και όχι οι εκ των προτέρων υπονομευμένες -από τους στόχους και το διεκδικητικό πλαίσιο που προτείνουν- απεργίες των ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ.
Το ΠΑΜΕ όντας συγκροτημένο και έτοιμο σαν συνδικαλιστικό μέτωπο, σαν άτυπη συνομοσπονδία, με καθαρό ιδεολογικό και πολιτικό συνδικαλιστικό στίγμα και με σαφέστατη διαχωριστική γραμμή από τις ηγεσίες όλων των εκτός ΠΑΜΕ δυνάμεων, είναι ένας έτοιμος χώρος με δομές για τους εργαζόμενους που απεγκλωβίζονται από το αστικό μπλοκ εξουσίας και μια άμεση διέξοδος στις αγωνιστικές διαθέσεις που υπάρχουν ή θα προκύψουν στο μέλλον. Η δομή του ΠΑΜΕ, ο χαρακτήρας του, η πολιτική συνδικαλιστική πρακτική του λειτουργούν θετικά ή αρνητικά στο βαθμό που ανταποκρίνεται ή όχι στις ανάγκες του αγώνα και στις διαθέσεις των εργαζομένων.
Όμως από τη συγκρότησή του το 1999 μέχρι και σήμερα, η τακτική του για και στους απεργιακούς αγώνες ήταν ταυτόσημη με αυτήν των ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ. Παράλληλα έχει αποκλείσει κάθε κοινή δράση με όλες τις εκτός ΠΑΜΕ ταξικές δυνάμεις ακόμα και σε κρίσιμα πολιτικά μέτρα που αναδείχτηκαν στη συγκυρία. Η τακτική του, μέχρι σήμερα, δεν δείχνει πως οι πρωτοβουλίες του στοχεύουν στη γενίκευση του αγώνα για την άμεση ανατροπή των γενοκτονικών μνημονιακών πολιτικών με συντονισμένες κινητοποιήσεις και απεργίες σ’ ένα ευρύτερο μέτωπο, αλλά στοχεύουν στην ενίσχυση των δυνάμεών του στο ΣΚ (θεμιτή στόχευση). Πλην όμως είναι μια τακτική που, από τα μέχρι τώρα αποτελέσματα, κρίνεται αναποτελεσματική παρά την σταθερή κάθετη αντίθεση στις γενοκτονικές μνημονιακές πολιτικές.
Κρίνοντας από το αποτέλεσμα, ούτε ο Συντονισμός Πρωτοβάθμιων Σωματείων έχει καταφέρει να δώσει μια άλλη εναλλακτική απάντηση και λύση, από τη στιγμή που δεν έχει πετύχει μέχρι τώρα να δημιουργήσει δομές πανελλαδικά. Παρά τις διακηρύξεις, η τακτική του και η δράση του υπονομεύεται από αντιφατικές πολιτικές συνδικαλιστικές επιλογές και από την απουσία μιας συνεκτικής πολιτικής συνδικαλιστικής συμφωνίας σε ένα κοινό πλαίσιο θέσεων και δράσης για την ανατροπή των μνημονιακών πολιτικών. Δυνητικά έχει όλες τις δυνατότητες να υπερβεί την τωρινή του κατάσταση, και να αποτελέσει έναν συγκροτημένο ταξικό συνδικαλιστικό πόλο για τις εκτός ΠΑΜΕ ταξικές δυνάμεις.
Αν οι ταξικές δυνάμεις δεν το τολμήσουν τώρα πότε θα το κάνουν;
1. «Το 21ο Συνέδριο συνήλθε στις 3-5 Οκτωβρίου 1981, στην Κασσάνδρα, λίγο πριν από τις βουλευτικές εκλογές (18-10-1981) τις οποίες κέρδισε το ΠΑΣΟΚ.
Στο συνέδριο πήραν μέρος 79 Εργατοϋπαλληλικά Κέντρα με 419 αντιπροσώπους και δύναμη 404.681 μελών, 51 Ομοσπονδίες με 386 αντιπροσώπους και 379.111 μέλη.
Η αντιπολίτευση, προδικάζοντας τη νίκη του ΠΑΣΟΚ στις εκλογές, δηλώνει ότι δεν θα πάρει μέρος στις εκλογές οργάνων, επειδή δεν θεωρεί κανονική τη σύγκλιση και σύνθεση του Συνεδρίου.
Στις 4-11-1981 κατατέθηκε η αίτηση αναστολής της απόφασης του 21ου Συνεδρίου η οποία έγινε δεκτή από το δικαστήριο και τελικώς κηρύχθηκε ακυρότητα από το αρμόδιο Πρωτοδικείο (1982).
Διορίστηκε προσωρινή Διοίκηση με πρόεδρο τον Ορεστ. Χατζηβασιλείου συνεργαζόμενο με την ΠΑΣΚΕ. Αναπληρωτής Πρόεδρος ο Γ. Παπαμιχαήλ (ΠΑΣΚΕ) και Γενικός Γραμματέας ο Γ. Ραυτόπουλος (ΠΑΣΚΕ). Διορίστηκαν 27 της ΠΑΣΚΕ, 4 της ΕΣΑΚ-Σ, 3 του ΑΕΜ, 2 της Νέας Δημοκρατίας, 4 της έκπτωτης διοίκησης, 3 της άκρας δεξιάς και 2 ανεξάρτητοι της αριστεράς. Η ΕΣΑΚ-Σ αμφισβήτησε την μονοπαραταξιακή σύνθεση της προσωρινής διοίκησης και αποχώρησε από την πρώτη συνεδρίαση. Αρνήθηκε να πάρει μέρος στην κατανομή των θέσεων», [21ο Συνέδριο ΓΣΕΕ (1981)].
2. Μετά τις εκλογές του ’85, με υπουργό οικονομίας τον Κ. Σημίτη, επιχειρήθηκε η πρώτη εφαρμογή του νεοφιλελευθερισμού στη χώρα μας από το ΠΑΣΟΚ, με ένα σκληρό πρόγραμμα λιτότητας για τους μισθούς, την κοινωνική ασφάλιση και τις κοινωνικές υπηρεσίες, παράλληλα με μεγάλες ανατιμήσεις σε βασικά κοινωνικά αγαθά.
Η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου για το πάγωμα των μισθών προκάλεσε τη διάσπαση της ΠΑΣΚΕ και την ανατροπή των συσχετισμών στη ΓΣΕΕ, σε ομοσπονδίες και συνδικάτα. Άμεσα, καθαιρέθηκε δικαστικά η πλειοψηφία και διορίστηκε φιλοκυβερνητική διοίκηση στη ΓΣΕΕ από το Πρωτοδικείο Αθήνας.
Στις 8 Φλεβάρη του 1986 συνδικαλιστικά στελέχη της ΠΑΣΚ συγκεντρώθηκαν στο Σπόρτινγκ και αποφάσισαν τη δημιουργία συνδικαλιστικής κίνησης, τη ΣΣΕΚ (ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΗ ΕΡΓΑΤΟΫΠΑΛΛΗΛΙΚΗ ΚΙΝΗΣΗ). Μετά από πέντε χρόνια, το 1990, στο 25ο Ενωτικό Συνέδριο της ΓΣΕΕ, ΠΑΣΚΕ – ΣΣΕΚ ενώθηκαν και πάλι σε ΠΑΣΚΕ…
3.Στις 30 Οκτώβρη 1985, το Ειρηνοδικείο Αθηνών, «εκπαραθυρώνει» την πλειοψηφία της διοίκησης της ΓΣΕΕ. Με απόφαση του Πρωτοδικείου Αθήνας (πρωτοδίκης Θέμελης), μετά από προσφυγή του «επιμελέστερου» Ε.Κ Πάτρας, καθαιρείται η εκλεγμένη διοίκηση και διορίζεται νέα με αυτοδυναμία της ΠΑΣΚΕ. Η δοτή διοίκηση «ανέλαβε καθήκοντα» στις 12 Δεκέμβρη.
4. Στο πρόσφατο 35ο συνέδριο της ΓΣΕΕ η ΠΑΣΚΕ (34,52%) + ΕΜΕΙΣ (7,57%, «αντιμνημονιακή»… ΠΑΣΚΕ ) πήρε το 42% και η ΔΑΚΕ το 25%, συνολικά 67%.
Αναδημοσίευση από: Βαθύ Κόκκινο |
Αίτηση Κατάθεσης Εγγράφων
ΑπάντησηΔιαγραφήΠρος: Υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής
Θέμα: Πραγματοποιούμενες επεκτάσεις των δραστηριοτήτων της ΔΕΗ στο λεκανοπέδιο Κοζάνης-Πτολεμαϊδας-Φλώρινας
Για το λεκανοπέδιο Κοζάνης-Πτολεμαϊδας-Φλώρινας παρακαλούμε όπως μας κοινοποιήσετε οιασδήποτε σχετικές Μελέτες που έχουν εκπονηθεί και παραλειφθεί, προκειμένου να διερευνήσουμε σε ποιο σχεδιασμό βασίζονται, οι πραγματοποιούμενες επεκτάσεις των δραστηριοτήτων της ΔΕΗ και να αναζητήσουμε απαντήσεις στα παρακάτω ερωτήματα:
- Ποια είναι τα τεχνικά απολήψιμα κοιτάσματα λιγνίτη στην Περιοχή Κοζάνης-Πτολεμαϊδας-Φλώρινας; Να μας δοθούν τα ανάλογα στοιχεία.
- Ποια είναι τα οικονομικά απολήψιμα κοιτάσματα στην περιοχή; Να μας δοθούν τα ανάλογα στοιχεία.
- Υπάρχει επικαιροποιημενο και από ποια και έγκριτη μελετητική μεταλλευτική εταιρία, μελέτη του κοιτάσματος στην ευρύτερη περιοχή Δυτ.Μακεδονιας και ιδιαίτερα στο λεκανοπέδιο Κοζάνης-Πτολεμαϊδας; Να μας δοθεί η ανάλογη μελέτη.
- Βάση ποιου masterplan πραγματοποιείται η εκμετάλλευση των λιγνιτικών κοιτασμάτων του ΛΚΜΔ, όταν παρατηρείται, με βάση τα υπάρχοντα στοιχεία, μείωση του εξορισσομενου λιγνίτη τα τελευταία χρόνια; Να μας δοθεί το επικαιροποιημένο masterplan.
- Στις επισυναπτόμενες μελέτες εκμετάλλευσης έχει ληφθεί υπόψη στο σχεδιασμό σας η ύπαρξη τηλεθερμάνσεων της περιοχής και οι προβλεπόμενες επεκτάσεις; Να μας δοθούν οι ανάλογες μελέτες που ελήφθησαν υπόψη.
- Ποια είναι η σχεδιαζόμενη παραγωγή Ηλεκτρικής Ενέργειας από τους λιγνιτικούς Α.Η.Σ. της περιοχής Κοζάνης-Πτολεμαϊδας-Φλώρινας και πως επηρεάζεται ο προγραμματισμός και η εξέλιξη των λιγνιτικών εκμεταλλεύσεων που είναι σε λειτουργία; Να δοθεί η ανάλογη μελέτη.
Η Βουλευτής
Ευγενία Ουζουνίδου