Το μόνο που απαιτείται είναι πολιτική βούληση!
Σε εφιάλτη
χωρίς τέλος έχει εξελιχθεί η διαχείριση του δημόσιου χρέους από το
2010, όταν η τύχη του εναποτέθηκε στα χέρια των πιστωτών. Ακόμη και
τώρα, 3,5 ολόκληρα χρόνια μετά την εφαρμογή του πρώτου Μνημονίου που
συνόδευσε το πρώτο δάνειο, το ελληνικό πολιτικό σύστημα κρέμεται για
πολλοστή φορά από τα γερμανικά χείλη για να μάθει τι ακριβώς θα
αποφασίσει το Βερολίνο για το χρέος, με την «ώρα της κρίσης»
εσχάτως (αφού όλοι αναμέναμε το φθινόπωρο του 2013 μετά τις γερμανικές
εκλογές) να έχει μετατεθεί για το καλοκαίρι του 2014, αφού θα έχουν
ολοκληρωθεί κι οι ευρωεκλογές. Έστω κι έτσι όμως αυτό που ομολογείται
από κάθε πλευρά, από το Βερολίνο που αποφασίζει για την ΕΕ, την
Ουάσινγκτον όπου έχει την έδρα του το ΔΝΤ και την ελληνική κυβέρνηση που
απλά περιμένει να της ανακοινωθούν οι αποφάσεις, είναι ότι το δημόσιο
χρέος δεν είναι βιώσιμο. Τα μεγέθη είναι εξόχως αποκαλυπτικά, όσο κι αν
τα καλύπτει ένα πέπλο σιωπής, σε εμφανή αντίθεση με ό,τι συνέβαινε για
παράδειγμα το 2010 όταν έπρεπε να δημιουργηθεί η αναγκαία συναίνεση για
να γίνουν δεκτά τα Μνημόνια από την ελληνική κοινωνία, σαν να επρόκειτο
για την μία και μοναδική θεραπεία απέναντι στον θανάσιμο κίνδυνο που
διέτρεχε. Με βάση λοιπόν την εισηγητική έκθεση του κρατικού
προϋπολογισμού που ψηφίστηκε από την Βουλή το Σάββατο 7 Νοεμβρίου, το
δημόσιο χρέος φέτος θα φτάσει τα 321 εκ. ευρώ (175,5% του ΑΕΠ), ενώ τον
επόμενο χρόνο, το 2014, αν δεν γίνει καμία άλλη παρέμβαση αναμένεται να
φτάσει τα 320 εκ. (174,8%). Η Ελλάδα δηλαδή θα συνεχίσει να έχει ένα
δημόσιο χρέος πολύ πάνω (κατά 50% μεγαλύτερο σχεδόν) του ορίου του 120%
που διασφαλίζει την βιωσιμότητα του. Είναι προφανές επομένως ότι
επιβάλλεται μια σημαντική του μείωση.
ΤΟΥ ΛΕΩΝΙΔΑ ΒΑΤΙΚΙΩΤΗ
Το ερώτημα ωστόσο είναι υπό ποιούς όρους θα γίνει αυτή η μείωση. Γιατί κι η διαγραφή χρέους, ύψους 105 δισ. ευρώ,
που συνόδευσε την αναδιάρθρωση του Μαρτίου του 2012 δεν ήταν καθόλου
αμελητέα. Ήταν για παράδειγμα σημαντικά μεγαλύτερης αξίας από την
αναδιάρθρωση στο αργεντίνικο χρέος το 2001, που αφορούσε το 93% σε ένα
χρέος ύψους 100 δισ. δολ., κι η οποία τότε είχε χαρακτηριστεί ως η
μεγαλύτερη στην ιστορία. Η αναδιάρθρωση του 2013 υπό άλλους όρους, αν
δηλαδή δεν συνοδευόταν από τους τιμωρητικούς όρους του δευτέρου
Μνημονίου (έτσι ώστε καμία άλλη χώρα στο εξής να μην ζητήσει ανάλογη
διευκόλυνση) και επίσης από ένα επιπλέον δάνειο ύψους 109,1 δισ. ευρώ,
θα μπορούσε να είχε αποδειχθεί επωφελής για τα δημόσια οικονομικά,
ελαφρύνοντας κατ’ επέκταση τους φορολογούμενους και δημιουργώντας εκείνο
το αναγκαίο περιθώριο για την άσκηση αναδιανεμητικής, επεκτατικής
πολιτικής.
Επικίνδυνοι Τρόικα και δανειστές
Το
σημαντικότερο συμπέρασμα επομένως που εξάγεται για την επικείμενη
αναδιάρθρωση του δημόσιου χρέους είναι ότι στον βαθμό που θα αποφασιστεί
από τους πιστωτές, δηλαδή την Τρόικα που αποτελεί πιστό τους όργανο, θα
σημάνει νέα δεινά για τους φορολογούμενους. Υπό το βάρος λοιπόν της
δραματικής εμπειρίας που έχει αποκομίσει μέχρι σήμερα ο ελληνικός λαός
από τις προηγούμενες «διασώσεις»
του, το αβίαστο και λογικό συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι η τύχη
του δημόσιου χρέους δεν πρέπει να εναποτεθεί ξανά στους πιστωτές. Αυτό
αντίθετα που πρέπει να γίνει είναι με όρους κυρίαρχου κράτους η Ελλάδα
να προχωρήσει σε άμεση παύση πληρωμών, χωρίς καμία συνεννόηση με τους
δανειστές, μέσα δηλαδή από μονομερείς ενέργειες.
Καμία
χώρα που το έπραξε στο πολύ πρόσφατο παρελθόν δεν μετάνοιωσε. Η Ρωσία το
1999, η Αργεντινή το 2001, ο Ισημερινός το 2008 και πιο πρόσφατα, το
2010, η Ισλανδία είδαν πολύ σύντομα το δημόσιο χρέος τους να μειώνεται,
την οικονομία τους να αναπτύσσεται, την ανεργία να πέφτει και να
αποχαιρετούν οριστικά το καθεστώς του κράτους-παρία που τους είχε
καταδικάσει η υπερχρέωση και η υποτέλεια στους ξένους δανειστές. Οι «καλοί μαθητές» αντίθετα συνεχίζουν να περιδινίζονται στην ίδια κρίση.
Μια ελληνική κυβέρνηση που θα θέτει σε προτεραιότητα τα συμφέροντα του
ελληνικού λαού και της ίδιας της χώρας μπορεί να επικαλεστεί ένα πλήθος
εύλογων και διεθνώς αποδεκτών οικονομικο-πολιτικών και νομικών
επιχειρημάτων για να δικαιολογήσει μια απόφαση παύσης πληρωμών.
Διαδικασία αναγκαία καθώς πρόκειται για διεθνείς υποχρεώσεις της χώρας
κι όχι για διαδικασίες που αφορούν το εσωτερικό της, οπότε ένας νόμος θα
ήταν αρκετός. Κάτι για παράδειγμα που μπορεί να συμβεί με τα μνημόνια
κι όλο το εφιαλτικό οικοδόμημα που δημιούργησαν, τα οποία μπορούν να
καταργηθούν με ένα νόμο της ελληνικής βουλής με απλή πλειοψηφία δηλαδή.
Αρκεί να υπάρχει η ανάλογη πολιτική βούληση…
Ευθύνη των πιστωτών
Το πρώτο
βήμα στην τεκμηρίωση της απόφασης μονομερούς παύσης πληρωμών δεν μπορεί
παρά να ξεκινάει από τις τεράστιες ευθύνες των πιστωτών για την τραγική
κατάσταση που έχει φθάσει η Ελλάδα σε ό,τι αφορά το επίμαχο θέμα: το
δημόσιο χρέος! Η ακαταλληλότητα των μέχρι σήμερα αρμόδιων να αποφασίζουν
για το χρέος (ΕΕ, ΔΝΤ) τεκμαίρεται από την αποκλειστική ευθύνη που τους
βαραίνει για τον εκτροχιασμό του. Όταν έπρεπε να αποσπαστεί η σιωπηρή
έστω συναίνεση του ελληνικού λαού για τα Μνημόνια τότε ήταν στη μόδα η
ρήση του Πάγκαλου «όλοι μαζί τα φάγαμε». Έτσι
επιχειρήθηκε να εξηγηθεί γιατί το δημόσιο χρέος έφτασε στο 129% του ΑΕΠ
ή τα 300 δισ. ευρώ, που ήταν τον Οκτώβριο του 2009, αφήνοντας προς το
παρόν ασχολίαστα τα μαγειρέματα που έκανε η ελληνική στατιστική υπηρεσία
μαζί με την Γιουροστάτ για να αυξηθεί το δημόσιο χρέος από το 115% που
ήταν μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2009. (Ένας πονοκέφαλος δεν δικαιολογεί
χημειοθεραπεία, αντίθετα η διάγνωση καρκίνου, ακόμη κι αν είναι πλαστή,
την εμφανίζει επιβεβλημένη…)Τώρα
όμως που το δημόσιο χρέος έχει καταγράψει την μεγαλύτερη αύξηση που
έχει παρατηρηθεί ποτέ μέσα σε μια τόσο σύντομη χρονική περίοδο ποιός
φταίει; Η απόδοση της ευθύνης στον λαό που έχει ματώσει θα ήταν θράσος,
ύβρις. Αποκλειστικός υπεύθυνος επομένως είναι η Τρόικα. Μόνη της
σχεδίαζε και ανακοίνωνε τα Μνημόνια, με τους έλληνες υπουργούς από την
πρώτη κυβέρνηση του Παπανδρέου (των …αντιεξουσιαστών) μέχρι τώρα να
αρκούνται στην απόφαση για το πότε θα ψηφισθούν από την Βουλή οι όροι
τους, χωρίς να είναι κι αυτό πάντοτε αναγκαίο. Μια πράξη νομοθετικού
περιεχομένου ή μια υπουργική απόφαση πολλές φορές αρκούσε…
Η δημόσια παραδοχή του ΔΝΤ, τον Ιούνιο του 2013, για το «λάθος»
του στο ελληνικό πρόγραμμα αποτελεί πρώτης τάξης επιχείρημα ακόμη και
για εκείνους που δεν είχαν χρόνο να διαβάσουν το πρώτο μνημόνιο (Μάιος
2010) ώστε να γνωρίζουν την απόσταση που χωρίζει την πραγματικότητα από
τις προβλέψεις του ή δεν θυμούνται τι πρόβλεπε: η ανεργία θα έφθανε στο
υψηλότερο της σημείο, 15%, το 2012 και μετά θα μειωνόταν, το ΑΕΠ φέτος
θα αυξανόταν κατά 2,8% (σελ. 9), το δημόσιο χρέος φέτος θα ήταν 149% του
ΑΕΠ (σελ. 13), κ.α. Στο πλαίσιο μίας τέτοιας παταγώδους αποτυχίας στις
προβλέψεις γιατί η Ελλάδα να συνεχίσει να δεσμεύεται από τους υπόλοιπους
όρους που περιλαμβάνονται στο πρώτο Μνημόνιο και αφορούν την αποπληρωμή
των δόσεων;
Τα
πράγματα είναι ακόμη πιο ευνοϊκά για την Ελλάδα λόγω του ότι όλο το
πρόγραμμα εξ αρχής δεν σχεδιάστηκε για να σώσει τον ελληνικό λαό, αλλά
τις τράπεζες και τους πιστωτές. Η σκοπιμότητα και ο δόλος που υπήρχε
πίσω από τον σχεδιασμό του προγράμματος διάσωσης της ελληνικής
οικονομίας, σε τέτοιο βαθμό ώστε το ελληνικό δημόσιο να μπορεί να το
καταγγείλει και αρνηθεί να σεβαστεί τις υποχρεώσεις που προκύπτουν,
φαίνεται πεντακάθαρα στις τρεις κορυφαίες στιγμές του: Κατά την εκκίνησή
του, όταν βεβαιωμένα πια ευνοούσε τις ξένες τράπεζες που είχαν
επενδύσει σε ελληνικά ομόλογα, κατά την αναδιάρθρωση του Μαρτίου του
2012 και σήμερα όταν είναι γνωστό που έχουν πάει τα χρήματα των δόσεων.
Με βάση
απάντηση που έλαβε σε ερώτησή του τον Σεπτέμβριο του 2012 ο βουλευτής
της ΝΔ, Προκόπης Παυλόπουλος, βεβαιώνεται ότι οι ξένες τράπεζες ήταν ο
μεγάλος κερδισμένος του ελληνικού προγράμματος διάσωσης καθώς πρόλαβαν
και ξεφορτώθηκαν τα ομόλογα που κατείχαν έτσι ώστε όταν θα ερχόταν το
αναπότρεπτο κούρεμα να μην υποστούν οι ίδιες την ζημιά. Η ζημιά αυτή
μεταβιβάστηκε στις ελληνικές τράπεζες και τους έλληνες και ευρωπαίους
φορολογούμενους. Τι άλλο δείχνει το γεγονός ότι οι ξένες τράπεζες (κατ’
αρχήν γαλλο-γερμανικές) ενώ κατείχαν στις 31 Δεκεμβρίου 2009 ελληνικά
ομόλογα αξίας 141,5 δισ. ευρώ, τα μείωσαν ένα χρόνο αργότερα, στις 31
Δεκεμβρίου 2010 στα 45,9 δισ. και τον επόμενο χρόνο στις 31 Δεκεμβρίου
2011 στα 35 δισ. ευρώ; Μέσω του Μνημονίου σώθηκαν οι ευρωπαϊκές τράπεζες
που πρόλαβαν και ξεφορτώθηκαν ελληνικά ομόλογα αξίας 100 σχεδόν δισ.
ευρώ σε ένα χρόνο, οδηγώντας το ελληνικό κράτος να χρωστάει στα
ευρωπαϊκά κράτη και το ΔΝΤ. Δεν καταλάβαιναν οι πιστωτές τι έκαναν;
Το έγκλημα ολοκληρώθηκε με το δεύτερο Μνημόνιο που συνόδευσε το PSI τον
Μάρτιο του 2012, όταν η αύξηση του ελληνικού δημόσιου χρέους, μέσω της
διαγραφής ενός υπέρογκου μέρους του, πραγματοποιείται με αποκλειστική
και πάλι δική τους ευθύνη οι οποίοι «κρατικοποιούν»
επί της ουσίας το ελληνικό δημόσιο χρέος, επιβάλλοντας στο ελληνικό
δημόσιο να χρωστάει στο εξής στα ίδια τα κράτη που δίνουν ζεστό χρήμα
στις τράπεζες και τους άλλους πιστωτές αλλάζοντας εκ βάθρων το «προφίλ»
του ελληνικού δημόσιου χρέους. Έτσι φτάνουμε στις 30 Σεπτεμβρίου 2013,
με βάση την εισηγητική έκθεση του κρατικού προϋπολογισμού, το 66,4% του
χρέους της κεντρικής διοίκησης να αποτελείται από δάνεια του μηχανισμού
στήριξης κι ο ομολογιακός δανεισμός να αντιπροσωπεύει μόνο το 23%, όταν
πριν 3 χρόνια σχεδόν ολόκληρο το δημόσιο χρέος ήταν ομολογιακό. Στο
ενδιάμεσο τα ασφαλιστικά ταμεία έχασαν 14 δισ. ευρώ και πολλά ακόμη δισ.
κάθε λογής ΝΠΔΔ και ΝΠΙΔ (από πανεπιστήμια και ΤΕΙ μέχρι νοσοκομεία και
μουσεία) που τηρούσαν υποχρεωτικούς λογαριασμούς στην Τράπεζα της
Ελλάδας κι είδαν τις καταθέσεις τους να εξαϋλώνονται, χάνοντας ακόμη και
το 90%! Το γεγονός πάντως ότι το μεγαλύτερο μέρος του χρέους οφείλεται
σε κυβερνήσεις της ΕΕ παρέχει τεράστια περιθώρια πολιτικής
διαπραγμάτευσης…
Μόνο το 22% των χρημάτων στον προϋπολογισμό
Το οικονομικό έγκλημα
που διέπραξαν οι πιστωτές χρεώνοντας την Ελλάδα στο διηνεκές
αποκαλύπτεται σε όλο του το μεγαλείο αν δούμε ότι περισσότερα από τρία
τέταρτα των χρημάτων που έχουν δοθεί κατέληξαν και πάλι στους ίδιους:
τους δανειστές! Συγκεκριμένα, όπως απέδειξε η διεθνής οργάνωση Attac σε
πρόσφατη μελέτη της, από τα 206,9 δισ. ευρώ που εγκρίθηκαν για την
Ελλάδα σε 23 δόσεις από τον Μάιο του 2010 μέχρι και τον Ιούνιο του 2013
(εκ των οποίων τα 180,91 προήλθαν από την ευρωζώνη και και τα 26,7 από
το ΔΝΤ) το 77% των χρημάτων (160,1 δισ.) κατευθύνθηκε πάλι σε
χρηματοπιστωτικά ιδρύματα. Ειδικότερα το 49% (101,3 δισ.) για την
εξυπηρέτηση του χρέους και το 28% (58,2 δισ.) για την ανακεφαλαιοποίηση
των τραπεζών. Στον κρατικό προϋπολογισμό κατευθύνθηκε μόνο το 22,5%
(46,5 δισ.) των χρημάτων των δόσεων. Εν ολίγοις, δανειστές κερνούν,
δανειστές πίνουν…
Η
Γερμανία δεν ωφελήθηκε μόνο διασώζοντας τις γερμανικές τράπεζες σε βάρος
του ελληνικού λαού που θα πληρώνει μέχρι το 2048. Επωφελήθηκε από την
κρίση χρέους της ευρωπαϊκής περιφέρειας τουλάχιστον με δύο ακόμη
τρόπους: Με βάση απάντηση που έδωσε το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών
σε ερώτηση βουλευτή των σοσιαλδημοκρατών κι η οποία παρουσιάστηκε στο
περιοδικό Σπίγκελ τον Αύγουστο του 2013, τα κέρδη της Γερμανίας από το
2010 ως το 2014 λόγω της πτώσης των επιτοκίων δανεισμού και της μεγάλης
ζήτησης που προκλήθηκε στα ομόλογά του εξ αιτίας του κύματος φυγής
κεφαλαίων από τα ομόλογα των περιφερειακών κρατών εκτιμάται σε 40,9 δισ.
ευρώ. Αξιοσημείωτα είναι επίσης και τα κέρδη που κατέγραψε η Γερμανία
από τους τόκους που συνόδευαν ειδικά το πρώτο δάνειο και κυμαίνονταν
μεταξύ 3,4% και 4,5%. Δημοσίευμα του ειδησεογραφικού πρακτορείου Ρόιτερς
τον Μάρτιο του 2012 εκτιμούσε τα κέρδη που είχε αποκομίσει το Τέταρτο
Ράιχ από τον δανεισμό της Ελλάδας μέχρι το τέλος του 2011 σε 380 εκ.
ευρώ. Επικερδής δουλειά η διάσωση…
Την
παραπάνω ωμή πραγματικότητα, πως η διάσωση της Ελλάδας ήταν ένα
συγκαλυμμένο σχέδιο διάσωσης των πιστωτών από την πρώτη μέχρι την
τελευταία στιγμή, δεν μπορεί να την αναγνωρίσει κανένας άλλος πέρα από
ένα κυρίαρχο ελληνικό κράτος. Επ’ ουδενί δεν πρόκειται η Γερμανία να
αποδεχθεί πως έστειλε στους γερμανούς φορολογούμενους τον λογαριασμό των
γερμανικών τραπεζών κι ότι θησαύριζε στην πλάτη των ελλήνων
φορολογουμένων. Συνειδητά έτσι επιλέγει η Μέρκελ να ενοχοποιεί τον
ελληνικό λαό, κατηγορώντάς τον για τεμπέλη, ώστε με την καλλιέργεια του
ρατσισμού να κρύβει τις δικές της ευθύνες για την αφειδώλευτη και
σκανδαλώδη στήριξη που προσέφερε στις γερμανικές τράπεζες. Στην βάση
όλων των παραπάνω, μονομερείς ενέργειες από την μεριά της Ελλάδας όπως η
παύση πληρωμών που θα ανοίξει τον δρόμο για την διαγραφή τουλάχιστον
του μεγαλύτερου μέρους του ελληνικού δημόσιου χρέους δεν έρχονται να
ακυρώσουν ένα πνεύμα ή μια πρακτική αλληλεγγύης και ανιδιοτελούς
στήριξης μεταξύ ισότιμων εταίρων. Ποτέ δεν υπήρξε κάτι τέτοιο, κι όποιος
το επικαλείται στην καλύτερη περίπτωση εθελοτυφλεί. Είναι η φυσική
αντίδραση απέναντι σε ένα εν εξελίξει βίαιο οικονομικό έγκλημα.
Πράσινο φως από το διεθνές δίκαιο
Η
μονομερής παύση πληρωμών που θα ανοίξει τον δρόμο για μια σημαντική
μείωση του δημόσιου χρέους χωρίς επιζήμιους όρους, δεν είναι μόνο φυσική
αλλά και νόμιμη αντίδραση. Πλήθος διατάξεων του διεθνούς δικαίου μπορεί
να επικαλεστεί η ελληνική κυβέρνηση για να θωρακίσει την στάση της,
καθιστώντας μη αντιστρεπτή την απόφασή της.
Η αρχή κατά την οποία οι συμφωνίες πρέπει να τηρούνται (pacta sunt servanda) που ενσωματώνεται στο άρθρο 26 της της Συνθήκης της Βιέννης (1969) δεν στερείται όρων. Ισχύει υπό την προϋπόθεση ότι «τα χρέη συνάπτονται για το γενικό συμφέρον της κοινότητας». Σε έκθεση επιτροπής του ΟΗΕ, της Διάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη (UNCTAD), με
ημερομηνία Ιούλιος 2007 τονίζεται ότι η υποχρέωση ενός κράτους να
σέβεται τις δεσμεύσεις του έναντι δανειστών ποτέ δεν ήταν άνευ
προϋποθέσεων. Υπάρχουν τουλάχιστον πέντε άρθρα του διεθνούς δικαίου και
διεθνών συνθηκών που έχει υπογράψει η Ελλάδα και οφείλει να τα τηρεί
καθώς και νομολογία, που μπορεί να επικαλεστεί για να παραβιάσει τις
δεσμεύσεις της έναντι των πιστωτών, κηρύσσοντας εν προκειμένω παύση
πληρωμών του δημόσιου χρέους.Πρώτο, το άρθρο 103 του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, όπου αναφέρεται ότι: «Σε περίπτωση σύγκρουσης μεταξύ των υποχρεώσεων των μελών των Ηνωμένων Εθνών… και των υποχρεώσεών τους κάτω από οποιαδήποτε άλλη διεθνή συμφωνία, θα υπερισχύουν οι υποχρεώσεις που απορρέουν από τον τρέχον Καταστατικό Χάρτη». Ποιές είναι αυτές; Αναφέρεται στο άρθρο 55: «υψηλότερο βιοτικό επίπεδο, πλήρης απασχόληση, συνθήκες οικονομικής και κοινωνικής προόδου και ανάπτυξης», κ.α. Δεύτερο, αν επικαλεστεί την έννοια της «ανωτέρας βίας», όπως έχει οριστεί από την Επιτροπή Διεθνούς Δικαίου των Ηνωμένων Εθνών (1978): «η αδυναμία να λειτουργήσεις νόμιμα,.. είναι η κατάσταση που ανακύπτει όταν απρόβλεπτες περιστάσεις πέρα από τον έλεγχο του ατόμου ή των ατόμων που τους αφορούν τους αποτρέπουν κατ’ απόλυτο τρόπο τον σεβασμό των διεθνών τους υποχρεώσεων». Τρίτο, η παύση πληρωμών μπορεί να δικαιολογηθεί στη βάση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης, όταν τίθεται σε κίνδυνο η ίδια η ύπαρξη του κράτους και της πολιτικής και οικονομικής του επιβίωσης. Σε σχετική νομολογία μάλιστα του 1980, που μοιάζει να έχει γραφτεί για την μνημονιακή Ελλάδα αναφέρεται κατά λέξη: «Δεν μπορεί να αναμένεται από ένα κράτος να κλείσει τα σχολεία, τα πανεπιστήμια και τα δικαστήρια του, να διαλύσει την αστυνομία του και να παραμελήσει τις δημόσιες υπηρεσίες του σε τέτοιο βαθμό ώστε να εκθέσει την κοινότητα στο χάος και την αναρχία μόνο και μόνο για να παράσχει τα χρήματα για να ικανοποιηθούν οι δανειστές. Υπάρχουν όρια στο τι μπορεί λογικά να αναμένεται από ένα κράτος, όπως κι από έναν ιδιώτη». Το τέταρτο επιχείρημα, μεταξύ πολλών άλλων, που μπορεί να επικαλεστεί ένα κυρίαρχο κράτος για να προχωρήσει στην αθέτηση των υποχρεώσεών του έναντι των δανειστών σχετίζεται με την θεμελιώδη μεταβολή των συνθηκών κατά τις οποίες ανέλαβε τις υποχρεώσεις του. Κι εδώ υπάρχει επαρκής νομολογία για αξιοποίηση η οποία προέρχεται μάλιστα από την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας κι ειδικότερα την διαμάχη της με την Ισλανδία.
Και τα
τέσσερα παραπάνω επιχειρήματα μπορούν εύκολα να χρησιμοποιηθούν από την
Ελλάδα αν υπάρξει πολιτική βούληση να προχωρήσει σε παύση πληρωμών και
μονομερής διαγραφή τουλάχιστον του μεγαλύτερου μέρους του δημόσιου
χρέους. Αρκεί μαι ματιά στην κοινωνική γενοκτονία που έχει επέλθει την
τελευταία 3ετία: Η ανεργία τριπλασιάστηκε φτάνοντας το 28% και
διατηρώντας μάλιστα ανοδική τάση. Οι αυτοκτονίες καταγράφουν αύξηση
ρεκόρ, με ιδιαίτερη προτίμηση σε 50άρηδες πνιγμένους από χρέη. Η
μετανάστευση θερίζει στερώντας από την Ελλάδα μια ολόκληρη γενιά
επιστημόνων. Σχολεία κλείνουν κατά εκατοντάδες στο όνομα της μείωσης του
κόστους και μάλιστα κυρίως στην περιφερειακή και δυσπρόσιτη Ελλάδα
απειλώντας την εθνική συνοχή, ενώ κι αυτά που συνεχίζουν να έχουν
δασκάλους τον χειμώνα κλείνουν λόγω έλλειψης θέρμανσης, όπως συνέβη στη
Νάουσα, πριν λίγες εβδομάδας. Τέλος, μόνο μέχρι τώρα, πριν δηλαδή δοθεί
το πράσινο φως στις τράπεζες για τους πλειστηριασμούς στην πρώτη
κατοικία, η εφορία έβγαζε στο σφυρί 56 σπίτια την ημέρα. Όλα τα παραπάνω
συνιστούν επαρκέστατους λόγους ώστε το ελληνικό κράτος να επικαλεστεί
και τα τέσσερα επιχειρήματα που προαναφέραμε (δεσμεύσεις έναντι του ΟΗΕ,
ανωτέρα βία, κατάσταση έκτακτης ανάγκης, μεταβολή συνθηκών) σταματώντας
μονομερώς να εξυπηρετεί το δημόσιο χρέος.
Απεχθές χρέος
Υπάρχει όμως κι ένα
επιπλέον προηγούμενο που μπορεί να αξιοποιήσει μια ελληνική κυβέρνηση
για να απαιτήσει να γίνει σεβαστή η απόφασή της για μονομερή παύση
πληρωμών του δημόσιου χρέους: Χαρακτηρίζοντας το δημόσιο χρέος ως
απεχθές (odious) με
βάση τον ορισμό του νομικού Αλεξάντερ Σακ (1927), όπως περιέχεται στην
έκθεση της επιτροπής του ΟΗΕ (7.2007) που προαναφέραμε. Ειδικότερα ένα
δημόσιο χρέος χαρακτηρίζεται ως απεχθές και δεν πληρώνεται στην
περίπτωση που «ένα δεσποτικό καθεστώς αναλαμβάνει ένα χρέος όχι για τις
ανάγκες ή προς το συμφέρον του κράτους, αλλά για να ισχυροποιήσει το
δεσποτικό καθεστώς, να καταπιέσει τον λαό που μάχεται εναντίον του,
κ.α.». Ο ορισμός του Σακ περιλαμβάνει 3 όρους για να χαρακτηριστεί ένα
χρέος ως απεχθές: Να μην εξυπηρέτησε τα συμφέροντα του λαού, να μην
υπήρχε η σχετική νομιμοποίηση από τον λαό απέναντι στην κυβέρνηση για να
προχωρήσει στη σύναψη του δανείου κι ο τρίτος όρος να ήταν ενήμεροι οι
δανειστές. Πρόκειται για προϋποθέσεις που ισχύουν στην περίπτωση της
Ελλάδας. Η έκθεση μάλιστα του ΟΗΕ αναφέρει πλήθος παραδειγμάτων που
χρησιμοποιήθηκε ο ορισμός του Σακ από τις ΗΠΑ μέχρι την Ευρώπη. Γιατί
όχι και στην Ελλάδα, όταν πλέον είναι ηλίου φαεινότερο πως τα δυο δάνεια
δεν εξυπηρέτησαν καμία ανάγκη του ελληνικού λαού, συνήφθηκαν χωρίς την
θέλησή του, ενώ οι πιστωτές ήταν πλήρως ενήμεροι για το που θα πάνε τα
λεφτά τους;
Τέλος,
υπάρχει ένα επιπλέον επιχείρημα που μπορεί να θωρακίσει μια πολιτική
απόφαση καταγγελίας δανειακών συμβάσεων και μνημονίων και αθέτησης
πληρωμών. Σχετίζεται με τις κατάφωρες παραβιάσεις του Συντάγματος και
της νομοθεσίας. Η πρώτη δανειακή σύμβαση (Μάιος 2010) δεν έχει καν
κυρωθεί από την Ελληνική Βουλή, ενώ με αφορμή την δεύτερη δανειακή
σύμβαση (Μάρτιος 2012) οι σημαντικότεροι καθηγητές δημόσιου δικαίου
επεσήμαναν ότι πολλά άρθρα της έρχονται σε σύγκρουση όχι μόνο με το
ελληνικό σύνταγμα (προστασία της απασχόλησης, δικαίωμα στην υγεία, την
παιδεία, κ.α.) αλλά και με ουσιώδη άρθρα της Ευρωπαϊκής Σύμβαση για τα
Δικαιώματα του Ανθρώπου. Ο σεβασμός στη νομιμότητα επομένως, εθνική και
διεθνή, επιτάσσει την παύση πληρωμών μέσα από μονομερείς ενέργειες. Ο
λογιστικός έλεγχος του δημόσιου χρέους, που θα χαρακτηρίσει κι επισήμως
απεχθές ή παράνομο το χρέος, μέσω μιας θεσμοθετημένης και με
αρμοδιότητες επιτροπή όπως αυτή που συγκρότησε ο Ραφαέλ Κορέα στον
Ισημερινό προ 5ετίας, αποτελούμενη από οικονομολόγους, συνταγματολόγους
και άλλους επιστήμονες και ειδικούς, μπορεί να προσφέρει την απαραίτητη
νομιμοποίηση σε μια τέτοια απόφαση. Το μόνο που απαιτείται είναι
πολιτική βούληση για σύγκρουση. Επιλογή που συνιστά πλέον μονόδρομο όταν
κάθε διάθεση συνεννόησης και κοινά αποδεκτής λύσης από τρεις
διαφορετικές κυβερνήσεις μέχρι τώρα μας έχει οδηγήσει στην δεινή θέση
που είμαστε.
Γερμανία, ο μεγαλύτερος τζαμπατζής!
Ουδέποτε
η Γερμανία θα είχε φτάσει στη θέση της οικονομικής ατμομηχανής της
ευρωπαϊκής ηπείρου αν αλλεπάλληλες φορές δεν είχε σβήσει τα χρέη της
προς άλλες χώρες της Ευρώπης. Αθέτησε τις υποχρεώσεις της είτε κοινή
συναινέση, όπως συνέβη για παράδειγμα με την συμφωνία το Λονδίνου που
υπογράφτηκε το 1953, ή μονομερώς γράφοντας στα παλαιότερα των υποδημάτων
της διεθνείς αποφάσεις, όπως συνέβη με τις υποχρεώσεις της απέναντι
στην Ελλάδα που είναι η μοναδική χώρα στην οποία δεν κατέβαλε τις
αποζημιώσεις από τις καταστροφές που πραγματοποίησαν οι Ναζί. Έτσι η
Γερμανία που τώρα αρνείται ακόμη και να συζητήσει οποιοδήποτε σχέδιο
κουρέματος του ελληνικού δημόσιου χρέους, επικαλούμενη το συμφέρον των
γερμανών φορολογουμένων, οφείλει στην Ελλάδα ένα ποσό που σύμφωνα με
αρθρογραφία του οικονομολόγου και συμβούλου της γαλλικής κυβέρνησης, Ζακ
Ντελπλά, ανέρχεται σε σημερινούς όρους στα 575 δισ. ευρώ! Χρήματα που
είναι σχεδόν διπλάσια του ύψους του ελληνικού δημόσιου χρέους και το
Τέταρτο Ράιχ μονομερώς αρνείται να καταβάλει κατά παράβαση αλλεπάλληλων
δικαστικών αποφάσεων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου